
Μία de profundis συζήτηση με τον σκηνοθέτη
του Αίαντα του Σοφοκλη από το Εθνικό Αργ. Ξάφη


Είναι αλήθεια πως ο Αίαντας του Σοφόκλη σε σκην. Α. Ξάφη από το Εθνικό, ήταν κατά τη γνώμη μας η καλλίτερη φετινή Επιδαύρια παράσταση. Κι αυτό χάρις σε μια σκηνοθετική ανατροπή που αποφάσισε ο Ξάφης: να φέρει το τέταρτο επεισόδιο και την έξοδο μπροστά. Αυτό έκανε πιο ξεκάθαρους τους χαρακτήρες κι η παράσταση ξαφνικά απέκτησε τρομερό ενδιαφέρον. Έχω δει πολλές φορές τον Αίαντα από πολλούς σκηνοθέτες. Η παράσταση φαινόταν παλαιομοδίτικη αφού αυτό που κυριαρχούσε ήταν η απαξίωση του ηρωισμού του Αίαντα κι η υστεροφημία του. Τώρα ήρθαν στο προσκήνιο κι άλλα πράγματα όπως πχ η έννοια του χρόνου, πιο καθαροί χαρακτήρες κα. Ρωτήσαμε λοιπόν τον σκηνοθέτη γιατί το αποφάσισε. Στα περισσότερα μας κάλυψε. Υπάρχει όμως κι άλλη μία σημαντική ανακάλυψή μας στο έργο που φάνηκε ακριβώς χάρις στην αντιστροφή αυτή που όμως επειδή δεν μας το ανέφερε σημαίνει ότι δεν ήταν μέσα στις σκηνοθετικές προθέσεις του οπότε δεν έχει νόημα να το αναφέρω και θα πρέπει για να το μάθετε να περιμένετε μέχρι να εκδοθεί μια δουλειά που ετοιμάζουμε, μια φιλολογική ανάλυση στα έργα των τραγικών σε σχέση όμως με το πώς καθορίζουν την σκηνοθεσία τους. Αλλά ας έρθουμε στην εκ βαθέων κουβέντα μας με τον Αργ. Ξάφη για τον Αίαντα.
Απ' ό,τι διαπίστωσα κοιτώντας το κείμενο του μεταφραστή μετά το 4ο επεισόδιο το στάσιμο που ακολουθεί το ονομάζει και πολύ σωστά, γιατί έτσι είναι, 3ο στάσιμο κι όχι 4ο στάσιμο.
Mε άλλα λόγια τo 3o επεισόδιο το έχει διασπάσει σε 3ο και 4ο επεισόδιο (στο σημείο που κι ο Τεύκρος βλέπει το νεκρό αδερφό του) κι έτσι ανάμεσα σε αυτά τα 2 επεισόδια δεν υπάρχει στάσιμο, κάτι που δεν γίνεται κανονικά. Σύμφωνα με τη συνήθη ανάλυση 3 είναι τα επεισόδια. Αλλά αυτό έχει μικρή σημασία.
Απ' όσο θυμάμαι από την παράσταση όταν την είδα:
μέρος του 3ου κλασσικά επεισοδίου από το σημείο που ανακαλύπτει το σώμα η Τέκμησα(;) ή από τα ημιχόρια(;) και την έξοδο τα έχετε φέρει μπροστά, πριν από τον πρόλογο.
Κι εδώ είναι τα δυο κυριότερα ερωτήματα μου:
1. Από ποιο σημείο ακριβώς κάνατε την τομή και μεταφορά;
Πρώτα απ’ όλα να σας ευχαριστήσω για το ενδιαφέρον σας για την δουλειά μας και για τα καλά σας λόγια. Ξεκινώ με την παρατήρησή σας σχετικά με 3ο Στάσιμο. Αυτό δεν έχει γίνει από τον μεταφραστή αλλά είναι έτσι γραμμένο εξαρχής. Υπάρχει μεγάλη κουβέντα για τις ιδιαιτερότητες της δομής και την πολύ ενδιαφέρουσα δυσαναλογία λυρικών ωδών στα 2 μέρη του έργου (πριν και μετά τον θάνατο του Αίαντα). Έτσι λοιπόν, όντως δεν υπάρχει πριν το 4ο επεισόδιο το αναμενόμενο στάσιμο. Στο 2ο μέρος, στην αναμονή της ταφής, η μουσική σχεδόν εξαφανίζεται (4 λυρικές ωδές στο 1ο μέρος και μία μόνο στο 2ο) καθιστώντας -κατά την γνώμη μου πάντα- τον θάνατο του Αίαντα πιο ρεαλιστικό όσο περνάει η ώρα με το πτώμα του να κυριαρχεί στην μέση της σκηνής. Αυτό επιτείνεται και με την διαφορά στην ποιότητα του λόγου, όπου στο πρώτο μέρος υπάρχει υψηλότατου επιπέδου ποίηση ενώ στο δεύτερο επικρατούν κραυγές, σαρκασμός και υποτίμηση με βρισιές του αντιπάλου. Αυτά σχετικά με το στάσιμο.
2.Πως αποφασίσατε να κάνετε αυτήν την αλλαγή; Διαβάζατε τα κείμενα και σας ξένιζε κάτι; (Αυτό συνήθως διαβάζω). Είχατε και κάτι άλλο στο νου σας που δεν το έχετε αναφέρει; Αυτή η απόφαση προέκυψε από συζητήσεις με άλλους συντελεστές; πχ με τον μεταφραστή; με κάποιο φιλόλογο; με τον ή τους οιουσδήποτε κάποιους;
Με δυο λόγια: γιατί το αποφασίσατε; από μόνος σας ή από συζητήσεις, και με ποιους στόχους;
Με δυο λόγια: γιατί το αποφασίσατε; από μόνος σας ή από συζητήσεις, και με ποιους στόχους;
Πάμε λοιπόν στην αντιστροφή, που ήταν όντως μια μεγάλη και κεντρική απόφαση ανάγνωσης του έργου. Το έργο ξεκινάει αφού έχει βρει το πτώμα η Τέκμησσα. Στο τέλος του 3ου επεισοδίου.
Στην απόφαση αυτής της αντιμετάθεσης με οδήγησαν πολλές σκέψεις, ιδέες και αισθήσεις πάνω στην μελέτη του κειμένου.
Θα τις πάρω μια-μια χωρίς να σημαίνει ότι αναγκαστικά έχουν την βαρύτητα μέσα μου με αυτή την σειρά. Αλλά κυρίως δουλεύουν προσθετικά η μια σκέψη πάνω στην άλλη. Ότι γράφω παρακάτω είναι προσωπικές μου σκέψεις και δεν σημαίνει ότι είναι απόλυτες, το λέω για να μην χρειαστεί να το αναφέρω συνέχεια. Επίσης θα αναφερθώ σχετικά περιληπτικά και όχι όσο αναλυτικά έφτασα σε κάθε απόφαση.
Πρώτα απ’ όλα, θεματικά με απασχόλησε πολύ -και θεωρώ ότι είναι και κεντρικό θέμα που απασχολεί το έργο- ο ΧΡΟΝΟΣ. Ο Αίαντας μην μπορώντας να συμβιβαστεί με τη αλλαγή που φέρνει το πέρασμα του χρόνου αποφασίζει να τον σταματήσει πεθαίνοντας. Αυτός θεωρώ ότι είναι ο βασικός του αντίπαλος. Πριν αυτοκτονήσει μάλιστα ζητάει από τον Ήλιο να σταματήσει το χρόνο (τα άλογά του). Έχουν γραφτεί και μελέτες πάνω στο θέμα Αίαντας και Χρόνος, όπως πχ. Sophocles' Ajax Beyond the Shadow of Time - Herbert Golder. Με τον συγκεκριμένο καθηγητή του Πανεπιστημίου της Βοστώνης είχαμε μάλιστα μια πολύ στενή συνεργασία, ήρθε από την Αμερική για την παράσταση και έγραψε και στο πρόγραμμα του Εθνικού ένα κεντρικό κείμενο.
Στην συνέχεια, μπορεί κανείς να παρατηρήσει τις διπολικές περιγραφές και αναφορές του Αίαντα. Βλέπει τα πράγματα και από τις δύο τους όψεις, σαν ολόκληρα (πχ Σκότος -δικό μου φως, έρεβος φωτεινότατο για μένα, οι φίλοι δεν είναι πια φίλοι, χειμώνας-καλοκαίρι) και -χωρίς να έχω βασιστεί σε ψυχολογική ανάλυση- είναι γνωστό ότι ο συγκεκριμένος ήρωας είναι παράδειγμα διπολικού ήρωα. Αυτό που μου έκανε εντύπωση είναι ότι υπάρχει και στην δομή του έργου από τον Σοφοκλή αυτή η διπολικότητα και θεωρώ ότι ήταν αρκετά προχωρημένο και πειραματικό για την εποχή του -να έχει ένα τελείως διαφορετικό 2ο μέρος χωρίς τον κεντρικό του ήρωα ζωντανό.
Προχωρώντας και αρχίζοντας τις πρώτες δοκιμές στο χαρτί πάνω στην αντιστροφή διαπίστωσα πως ο μύθος του Αίαντα που για μας, τους σημερινούς θεατές, είναι άγνωστος χτιζόταν βήμα βήμα μέσα από τις συγκρούσεις πάνω από το πτώμα του. Έτσι σαν αποτέλεσμα είχαμε την δημιουργία ενός μύθου χωρίς να χρειάζεται να έχουμε την γνώση που είχε ο αρχαίος θεατής για τον Αίαντα-στην αρχαία Αθήνα ήταν σχεδόν πολιούχος, με ειδικές γιορτές στο όνομά του. Και μάλιστα με γλώσσα πιο κατανοητή και πιο βατή για τον μέσο θεατή. Έτσι χωρίς να το ξέρει καν ο σημερινός θεατής τον παίρναμε μαλακά από το χέρι και τον οδηγούσαμε στην μυθοποίηση του ήρωα, ώστε στο 2ο μέρος, γνωρίζοντάς τον, να έχουμε μια ορθότερη αίσθηση.
Ακόμη περισσότερο, είχα το τέλος που ήθελα. Σε ένα κρεσέντο -και στο σασπένς και στην δραματουργία. Και όχι σε ένα ατέρμονο ντιμινουέντο όπως νιώθει κανείς διαβάζοντας το έργο αλλά και σε όλες τις παραστάσεις που έχω δει. Με το άλμα στον θάνατο του Αίαντα να κλείνει την παράσταση. (Υπήρχαν 2 φράσεις μετά, στο σκοτάδι, που για μένα έπρεπε να κρατηθούν ώστε να μην χαθεί κείμενο, αλλά ταυτόχρονα εκεί υπήρχε και μια λέξη που πρόσθεσα στο έργο και για μένα είχε μεγάλη προσωπική σημασία. Αυτή λέξη θα με οδηγήσει και στο τελευταίο κομμάτι της σκέψης για την αντιστροφή. Πρόσθεσα λοιπόν την λέξη «μπαμπά». Την λέει ο μικρός Ευρυσάκης στο σκοτάδι, αφού πέσει ο Αίας.)
Και τι εννοώ προσωπική σημασία.
Μερικούς μήνες πριν την έναρξη των προβών, έχασα τον πατέρα μου. Η διαδικασία για να πάρουμε το πτώμα του και να τον κηδέψουμε ήταν μια μακρά και επίπονη διαδικασία εξαιτίας των πρωτοκόλλων κόβιντ -ο πατέρας μου είχε πάθει εγκεφαλικό αλλά υπήρχε μια στάνταρ διαδικασία ελέγχου για κόβιντ των νεκρών, βρέθηκε θετικός μετά τον θάνατό του μάλλον κολλώντας από κάποια νοσοκόμο, αλλά περιμένοντας τα αποτελέσματα του μοριακού μέσα σε γιορτές και Σαββατοκύριακα κάναμε 9μερα και κηδεία μαζί. Αυτή λοιπόν η απάνθρωπη αναμονή του να έρθει κάποιος υπεύθυνος να μας επιτρέψει να τον πάρουμε και να τον αποχαιρετήσουμε, ήρθε θεματικά και μου ενδυνάμωσε το 2ο μέρος. Ήθελα ακόμη περισσότερο να το φωτίσω. Σαν μια προσωπική επιλογή του καλλιτέχνη. Ξεκινώντας από το συγκεκριμένο σημείο, μου δινόταν η επιπλέον δυνατότητα να αφηγηθώ ότι ο χρόνος που τον έχουν νεκρό είναι μεγάλος. Δεν έχει σημασία δηλαδή αν τον βρήκαν πριν από 5 λεπτά ή πριν από 5 μέρες. Είναι εκεί, καθηλωμένοι, μέσα σε έναν βαρύ χειμώνα στην Τροία και περιμένουν.
Τέλος αυτή η αντιστροφή άφηνε μια αίσθηση που για μένα είναι πιο κοντά στο σήμερα. Το έχει γράψει υπέροχα σε προσωπική μας αλληλογραφία ο κος Κόλντερ αφού είδε την παράσταση, χαρακτηρίζοντας την επέμβασή μου «Ευρυπίδεια»:
«Αντιλαμβάνομαι ότι είναι σχεδόν αποστασία να χαρακτηρίζεις μια Σοφόκλεια παραγωγή ως Ευριπίδεια, αλλά τα ένστικτά σου ήταν τόσο στοχευμένα. Χρειαζόταν, όπως είπες, να χτιστεί ο μύθος του Αίαντα για το κοινό, να δημιουργηθεί το σκηνικό, η συνθήκη, για το πέρασμά του από τον κόσμο. Ο Σοφοκλής διεκδικεί μια ηρωική παράδοση, ποντάρει τις ψυχές μας πάνω της, την κατέχει τόσο γερά που μπορεί να υποβιβάσει τους ήρωές του, όπως κάνει πάντα, έτσι ώστε εμείς να βιώνουμε αυτό που είναι θεϊκό στον άνθρωπο καθώς το αποκαλύπτει στον ανοδικό αγώνα του ενάντια στα θηρία και τους δαίμονες που τον τραβούν προς τη γη. Το έργο του τελειώνει με μια συμφιλίωση, τον νέο άνθρωπο που αποτίει φόρο τιμής στον αρχαίο ηρωικό κόσμο, μια ελπίδα για έναν κόσμο που μπορεί να τα έχει καλά με όλους. Είναι όμως αυτός ο κόσμος μας; Αντίθετα, γινόμαστε μάρτυρες εξαρχής της αποκαθήλωσης του μυθικού, του ηρωικού, της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και ευπρέπειας, του υπερβατικού -ως υπερβολικό, άσεμνο, ασεβές,, θορυβώδες και εκφοβιστικό- του χλευασμού και της υποβάθμισης όλων των όσων θεωρούνται ιερά. Είναι συγκλονιστικό αλλά συγκλονιστικά οικείο. Ένα κλαδί ελιάς προσφέρεται, λέγονται σοφότερα λόγια, ένα λάθος φαίνεται να διορθώνεται, μια εύθραυστη δικαιοσύνη επικρατεί. Είμαστε όλοι, τελικά, σώφρονες άνθρωποι. Αλλά στην πραγματικότητα, τα λόγια του Οδυσσέα προς την Αθηνά τόσο σύντομα μετά τη «δεύτερη» είσοδό του είναι πιο εύστοχα: Είμαστε τίποτα, σκιές, σκιές που τρεμοπαίζουν.
Κι έπειτα έρχεται ο Αίαντας και το φρικιαστικό θέαμα στο οποίο η ζωή και οι περιστάσεις και οι καταραμένοι θεοί τον έχουν μειώσει, ακολουθούμενο από την αυξανόμενη διαύγειά του, το χειροπιαστό, αισθητό δράμα του να είναι ο Αίαντας, η διαφαινόμενη παρουσία του και η ενισχυμένη παρουσία του μυαλού, χτίζονται με τέτοιο τρόπο ώστε η μοιραία διαύγεια γίνεται αποθέωση -αλλά μια τόσο σκοτεινά ανησυχητική αποθέωση λόγω του γεγονότος ότι μας "αφήνεις" εκεί, να παλέψουμε με αυτό, να συμφιλιωθούμε μόνοι μας και όχι απαραίτητα με τους όρους του Σοφοκλή- το είδος της πρόκλησης με την οποία ο Ευριπίδης τόσο συχνά εγκαταλείπει το κοινό του, αρνούμενος το κλείσιμο.»
Νομίζω ότι έχω καλύψει τις βασικές μου σκέψεις που οδήγησαν στην αντιστροφή. Υπάρχουν και πολλές μικρότερης σημασίας. Κλείνοντας να πω ότι η απόφαση ήταν δική μου, αλλά με βοήθησαν πολύ αρκετοί άνθρωποι, από την βοηθό μου στην δραματουργία, τον μεταφραστή, τους ηθοποιούς πάνω στην πρόβα και τον Herbert Golder που ανέφερα ποιο πάνω.
Τέλος 3. παρεμβάλατε κάποιο ξένο προς την τραγωδία κείμενο σε μορφή χορικού ή μονολόγου;....
Κλείνοντας λοιπόν και απαντώντας στο τρίτο σας ερώτημα, να πω ότι προστέθηκαν 2 πράγματα:
Α. Η λέξη «μπαμπά» στο τέλος του έργου
Β. Ένα κομμάτι από την Νέκυια του Ομήρου και πιο συγκεκριμένα η σκηνή όπου ο Οδυσσέας συναντά τον Αίαντα στον Άδη, του ζητάει συγγνώμη για ότι συνέβη στην Κρίση των Όπλων, αλλά παρόλα αυτά ο Αίαντας και εκεί ακόμη δεν του απαντάει, δεν τον κοιτάει καν, του γυρίζει την πλάτη και χάνεται. Η μετάφραση είναι του Μαρωνίτη και αναφέρεται φυσικά και στο πρόγραμμα. Αυτό ήταν ένα υλικό που μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρον και έτσι σκέφτηκα «εφόσον θα πάμε πίσω στον χρόνο γιατί να μην κάνουμε αμέσως πριν και ένα βήμα μπροστά στον χρόνο;» και κάπως έτσι βρήκε την θέση της αυτή η σκηνή, ακριβώς πριν την στιγμή της αντιστροφής (η οποία στιγμή να πω ότι έχει το ρυθμικό μοτίβο των επιθανάτιων ρόγχων ενός ανθρώπου και είναι βασισμένη σε αυτή την αίσθηση της τελευταίας εισπνοής).
Και να τονίσω ότι σε αντίθεση με το σύνολο σχεδόν των παραστάσεων Αρχαίου Δράματος, δεν έλλειπε κείμενο, ακούστηκε δηλαδή όλο το έργο.





